Τις νύχτες που δεν αφήνω την καρδιά να κοιμηθεί, νιώθω ότι ξεδιπλώνεται και καταλαμβάνει τόσο χώρο, που καλύπτει όλο το αέρα του δωματίου. Μετά το οξυγόνο φεύγει κακήν κακώς κι ασφυκτιώ από την μεγαλότητα των συναισθηματικών υπερβολών. Για αυτό λέω, είναι καλύτερα η καρδιά να κοιμάται. Να βλέπει όνειρα πεζά και να μην αλυκτά σαν το κακόμοιρο σκυλί μπροστά στην πανσέληνο που δε θα φτάσει ποτέ.
Κάποια πράγματα δεν χρειάζονται και πολύ σκέψη. Αρκεί η αντανακλαστική κίνηση του 'όχι', για να διατηρηθεί η ψευδής αυτή ισορροπία που με κρατά μακριά από τις ανάσες τις βαριές του έρωτα. Δηλαδή, δε θέλω ημίμετρα, όχι. Ούτε ζωγραφιές που έχουν μόνο γκρι αποχρώσεις. Μόνο λευκό φως ή απόλυτο μαύρο κενό. Το απόλυτα αρνητικό είναι κάποιες φορές εντελώς αφροδισιακό.
Όπως αφροδισιακή είναι και η επιμονή του άλλου ερωτικού μισού, που με μαγεύει μεν, αλλά δε θέλω. Τουλάχιστον όχι έτσι όπως μου σερβίρεται σε τακτικές χρονικές συμπτώσεις, χλιαρό, μεθυσμένο, σε απότομες επισκέψεις και μοιραίες -πάντα- συναντήσεις.
Αλλά έχει περάσει πολύ καιρός και η τυχαιότητα επαναλαμβάνεται όπως οι εναλλαγές μέρας και νύχτας. Έγιναν τακτικές οι ξαφνικές συναντήσεις και πια έχω συνηθίσει να ξέρω με λεπτομέρειες κάθε κατάληξή τους. Να τρέχω να μαζέψω την καρδιά μου που ξύπνησε πάλι και αναζητά πρίγκιπες και παραμύθια.
6 σχόλια:
Μες στα χαλάσματα σε στοίχειωσε η μιλιά μου
Μα η ματιά μου παραμένει ζωντανή
Δεν θέλω να 'μαι ναυαγός στα ψέματά μου
Και η ζωή μου να φαντάζει υπερβολή.
Θέλω να 'ρθω και να σε δω γυμνό να στέκεις
Να μου μιλάς μ' αυτή τη γλώσσα τη στεγνή
Από τις πρώτες τις σιωπές μου να απέχεις
Και η ζωή μου να φαντάζει πιο αγνή.
Κερί που σβήνει και ανάβει μοναχό του
Στάχυ που ανθίζει και μαδάει στα σιωπηλά
Δεν διάλεξα Όνειρο να τρέμω στον αχό του
Και η ζωή να με κοιτάει απ' τα ψηλά.
Πήρα ένα τρένο με καθρέφτες αγκαλιά μου
Αυτό να τρέχει κι εγώ να σπάω τα είδωλά μου
Δεν θέλω να 'μαι ναυαγός στα ψέματά μου
Και η ζωή του όπως παλιά, ζωή δικιά μου.
Διαφανα Κρινα - Ζωη Σαν Την Δικια Μου
Οχι Νεραιδουλα, δεν [μπορει να] ειναι αυτη η πραγματικοτητα.
Καθετί που ανασαίνει ζητάει να δοθεί
ματώνει τα νύχια του, παλεύει με κτήνη
είναι σπόρος που πέφτει σε άγονη γη
κι όμως βγάζει φύλλα, ανθίζει, διψάει να ομορφύνει
Κι ας φυσάνε οι ανέμοι κι ας κυλάει η βροχή
κι ας ρωτούνε τα ποτάμια, κι ας πεθαίνουμε ξένοι
κάθε τί που ανασαίνει τρυφερά νοσταλγεί
μες στους πάγους της γης
ένα γέλιο ζεστό σαν φωτιά αναμμένη
Διαφανα Κρινα - Καθε Τι Που Ανασαινει
Και η ζωή του όπως παλιά [όχι] ζωή δικιά μου...
καλές είναι και οι συναισθηματικές υπερβολλές που και που.Μην της φοβάσαι...Αρκεί βέβαια να μην γίνονται συνήθεια.:)
Ναι, καλή μου παπαρούνα. Κάπως έτσι...
Μου αρέσουν οι αλήθειες που βγάζουν τα κείμενά σου. Μιλάς με τον τρόπο σου για πράγματα που αγγίζουν και τους άλλους ανθρώπους
@Αδαής: Χαίρομαι γι αυτό. Συνήθως νιώθω άβολα έτσι όπως χρησιμοποιώ ακόρεστα το α ενικό πρόσωπο. Νομίζω ότι ασχολούμε πολύ με τον ευατό μου, γι αυτό και όταν πιάνω να γράψω κάτι, μόνο για 'εγώ' μιλώ. Χαίρομαι που μπορείς να βρεις κάτι μέσα από αυτό. Ευχαριστώ!
Δημοσίευση σχολίου