3.10.05

Νύχτες "τυχαίων" επισκέψεων

Τις νύχτες που δεν αφήνω την καρδιά να κοιμηθεί, νιώθω ότι ξεδιπλώνεται και καταλαμβάνει τόσο χώρο, που καλύπτει όλο το αέρα του δωματίου. Μετά το οξυγόνο φεύγει κακήν κακώς κι ασφυκτιώ από την μεγαλότητα των συναισθηματικών υπερβολών. Για αυτό λέω, είναι καλύτερα η καρδιά να κοιμάται. Να βλέπει όνειρα πεζά και να μην αλυκτά σαν το κακόμοιρο σκυλί μπροστά στην πανσέληνο που δε θα φτάσει ποτέ.

Κάποια πράγματα δεν χρειάζονται και πολύ σκέψη. Αρκεί η αντανακλαστική κίνηση του 'όχι', για να διατηρηθεί η ψευδής αυτή ισορροπία που με κρατά μακριά από τις ανάσες τις βαριές του έρωτα. Δηλαδή, δε θέλω ημίμετρα, όχι. Ούτε ζωγραφιές που έχουν μόνο γκρι αποχρώσεις. Μόνο λευκό φως ή απόλυτο μαύρο κενό. Το απόλυτα αρνητικό είναι κάποιες φορές εντελώς αφροδισιακό.

Όπως αφροδισιακή είναι και η επιμονή του άλλου ερωτικού μισού, που με μαγεύει μεν, αλλά δε θέλω. Τουλάχιστον όχι έτσι όπως μου σερβίρεται σε τακτικές χρονικές συμπτώσεις, χλιαρό, μεθυσμένο, σε απότομες επισκέψεις και μοιραίες -πάντα- συναντήσεις.

Αλλά έχει περάσει πολύ καιρός και η τυχαιότητα επαναλαμβάνεται όπως οι εναλλαγές μέρας και νύχτας. Έγιναν τακτικές οι ξαφνικές συναντήσεις και πια έχω συνηθίσει να ξέρω με λεπτομέρειες κάθε κατάληξή τους. Να τρέχω να μαζέψω την καρδιά μου που ξύπνησε πάλι και αναζητά πρίγκιπες και παραμύθια.