13.8.05

Ώρα να φεύγω

Αφού άδειασα σε μια κόλλα χαρτί όλο το δηλητήριο που μάζεψα τις τελευταίες μέρες, τα ξεχνάω όλα, μαζεύω λίγα ρούχα, πολύ λήθη και ήρθε ο καιρός να φεύγω. Όμορφος, μακρύς δρόμος, δε ξέρω που θα με βγάλει, μα θα είναι καλά...

θα γυρίσω γεμάτη αναμνήσεις και ανάσες... Θα αφήσω πίσω μου αγαπημένους στίχους να με υποδεχθούν όταν επιστρέψω κουρασμένη και ξεκούραστη, ανάλαφρη και με όρεξη για φθινοπωρινούς μονόλογους.

- - - - - - -
Κουβάλησα μια ζωή ολόκληρη μια άγκυρα μέσα στο στήθος μου
που ήταν ο φόβος
Με τον καιρό, με τα χρόνια
και τα σχοινιά της και τα κομμάτια μετάλλου μες της φλέβες μου
γεννήσαν ανθό και ο ανθός γέμισε με χέρια
και αυτά δώσαν τα μάτια
και ο μίσχος έγινε λαιμός και αυτός
έδωσε το δέρμα
Οι δρόμοι του νερού σκάψαν τα αγγεία
και αυτά φέραν το αίμα
Και όταν η αλμύρα έτρεξε άφθονη, τα μάτια του άνοιξε ένας άλλος
άνθρωπος
μ' αγκάθια τριχωτός κυνηγημένος
Η σκιά μου τώρα δείχνει δύο σκιές
Η ζωή μου ως φαίνεται μέχρι το τέλος θα είναι αυτή
Στον ίδιο φόνο το δίλημμα θα σκοτώνει την απόφαση
Το "αν" θα γίνεται επιγραφή φωτεινή και θέμα πρώτο στις ειδήσεις
Ένας άνθρωπος φοβισμένος,
αυτός που σε όλους μοιάζει και κανένα δεν απειλεί.

- - - - - - -
Φλεβάρης 2005

Γερνάμε και όλα μας προσπερνούν
Νέα χέρια, νέο χώμα, νέες πέτρες το ίδιο άκαρδες
Νέες καρδιές πιο πέτρινες
’λλοι δρόμοι άλλα ονόματα
"παλιά ήσουν όμορφη, θυμάσαι;"
Παλιά αγάλματα
Η Ζωή που περνά τα πόδια της μέσα από γυαλιά σπασμένα και πίσω της
κούκλα πάνινη σέρνει τη ζωή της
Η πνοή της ήττας παίρνει τη μορφή της παλάμης και αυτή χτυπά τον ώμο
όσο κρυφά χαμογελά
Και οι δύο παλάμες μας σαν προσευχή με τους αντίχειρες στη μέση της
χαρακιάς από το μέτωπο, ενός κεφαλιού σκυμμένου, όσο κρυφά κλαίμε
Το νόημα είναι ένα έθιμο της Καθαράς Δευτέρας
Που μπορεί να σε βγάλει στην σαρακοστή των αισθήσεων
ή πάλι να σε κάνει τον ήχο αυτό, θέλω να πω για την κίνηση της
ανεστραμμένης υπερβολής, της ελπίδας πριν πεθάνει
της τελευταίας προσπάθειας
το παίξιμο της πολύχρωμης ουράς του χαρταετού πριν συντριβεί
το ξύλο του σκελετού που σπάει
το παιδί που δεν κλαίει μα θα κλάψει γι αυτά που θα χάσει.

Ν.


Ευχαριστώ!

Ένα τέλος καλό

Παλεύω να ταίσω τις αγωνίες μου
να βρω τον τελικό σκοπό μου.
Πάλι τα μάτια σου λοξοκοιτούν το παράλογό μου
δε θέλω να σε φέρνω σε τέτοια δύσκολη θέση

Ήταν περίεργη μέρα, δεν ξέρω γιατί να μελαγχολήσω
αλλά, να, κάπως πλανιόταν μια θλίψη στο μυαλό μου.
Υπάρχει μια ανάγκη να κάνω ΤΩΡΑ κάτι άλλο, κάτι πιο ανακουφιστικό.

Να ακούσω, για παράδειγμα, την εξέλιξη του καλοκαιριού
και τον ήχο των αστεριών.

Να έρθω να σε βρω, στο ίδιο σημείο που σε άφησα
να λυτρώνεις τις εμμονές, τις ευαισθησίες σου
σε ποτήρια παραγεμισμένης ανάγκης.

Δεν έχω μουσική απόψε
δεν έχω μελωδίες, καταλαβαίνεις;

Μικραίνω σταδιακά, γίνομαι μικρό σημαδάκι λευκό
σε μια ολόμαυρη σελίδα - νύχτα
Ύστερα, ένα κόκκινο στυλό ανάβει ιδέες παρορμητικές
που είναι, βέβαια καταδικασμένες.
Θα κατοικήσουν φευγαλέα στις λίγες άδειες στιγμές
πριν ανάψω το τσιγάρο μου.

Ας είναι. Κι αυτό το παραμύθι πρέπει να έχει ένα τέλος.
Όλα έχουν.
Φοράω ύστατη ελπίδα σε όλα τα αστέρια απόψε
το τέλος αυτό να είναι καλό.

Υψώνω το ποτήρι, μια πρόποση για το λίγο του σήμερα.