5.12.07

Μεθυσμένα λόγια

Οι λευκές σελίδες μπορούν να γεμίσουν σε ένα μικρό café bar (το καφέ αλά γαλλικά café) γιατί έτσι κι αλλιώς δε γεμίζει τίποτα άλλο. Ίσως τα ποτήρια, αλλά αυτά δε πιάνονται γιατί αδειάζουν πολύ γρήγορα. Συγκεκριμένα αδειάζουν ανάλογα με τον ρυθμό της επιθυμίας για μέθη. Αλλά, πώς να μεθύσεις με κατεστραμμένη ύπαρξη? Τι άλλο υπάρχει για να μεθύσει κανείς? Αν κάτι είχαμε μισό, να το μεθούσαμε, αλλά δεν έχουμε μισά. Μόνο πολλά ή τίποτα. Και το τίποτα πανταχού παρόν. Αλλά εγώ παραμένω πάντα μια χρυσή μωβ σφαίρα. Ναι. Μια χρυσή μωβ σφαίρα που γελάει συνήθως, σαν χαζή. Τι συνήθως που πάντα. Τι ωραίες λέξεις το τίποτα, το συνήθως και το πάντα. Νομίζω κλείνουν μέσα τους όλη την ηλίθια μικρή μίζερη ύπαρξή μας. Υπό την υπόκρουση τζαζ μουσικών - και ενίοτε γαλλικών ασμάτων, που κανείς μας δε καταλαβαίνει τι λένε, ωστόσο κρύβουν μέσα τους κάτι ρομαντικά ταξιδιάρικο. Και λέω ρομαντικά γιατί κάπου όλοι νοσταλγούμε να φύγουμε για κάπου ονειρικά, χωρίς να μας πειράζει ό,τι κι αν αφήσουμε πίσω μας, όσο κι αν πονάει ό,τι αγαπάμε και μένει πίσω, ακόμα κι αν είναι μόνο μια θολή ανάμνηση του μεγάλου έρωτα.

Παραμένω πάντα (από προχθές) μια χρυσή μωβ σφαίρα και είμαι χαρούμενη «παρόλες τις αντίξοες συνθήκες» που το λέει και το Κατερινάκι και κάτι ξέρει. «Σαλεμένο». «Μυαλό». «Συνεχίζω να ζω». Ρε φίλε, συνεχίζω να ζω! Αν είναι δυνατόν...