4.8.05

Κανίβαλοι

ή κανίιβαλιοι, όπως ακούγεται σαφώς πιο ποιητικά, με την τοπική Αιγιώτικη προφορά. Οι τύποι αυτοί μας παρακολουθούν και υπομονετικά περιμένουν να σκάσουμε μύτη στο ποτάμι τους, όπου μπορούμε πλέον να δειπνήσουμε όλοι μαζί. Φυσικά το γεύμα είμαστε εμείς. Το τραγούδι το λέει ξεκάθαρα:

I know a river, where we can dream
It will swell up, burst it's banks, babe, and rock you
But if you're gonna dine with them cannibals
Sooner or later, darling, you're gonna get eaten

Cannibal's Hymn - Nick Cave


Κι αν υπάρχει το ερώτημα ποιοι είναι αυτοί οι κανίβαλοι, η απάντηση είναι, όλοι αυτοί που φαινομενικά είναι φίλοι μας, μας παίρνουν τηλέφωνο, μας στέλνουν μικρά γλυκά sms, έρχονται και χτυπάνε την πόρτα μας μόνο για μία αγκαλιά, έρχονται προγραμματισμένα για καφέ και κουβεντούλα, ενίοτε είναι η παρέα για λιώσιμο με αλκοόλ, ενώ μπορούν μέσα σε δύο τρεις κουβέντες να μας ξεσκίσουν την ψυχή, να μας κάνουν να αισθανθούμε τόσο άσχημα και να νιώθουμε την αρνητική παρουσία τους ώρες αφότου έχουν φύγει.

Τι μπορεί να κάνει κάποιος σε αυτή τη περίπτωση? Μάλλον να κλείσει την πόρτα της καρδιάς του και να μην αφήνει κανέναν τέτοιο «φίλο» να μπαίνει και να καταστρέφει την ανοιξιάτικη αύρα του μυαλού, την γαλήνη της καρδιάς. Αν οι κανίβαλοι πεινούν ας φάνε τις σάρκες τους, ας φάνε τους βατράχους στο ποτάμι τους. Σ� αυτό το ποτάμι εγώ δεν θα πάω, δε ψήνομαι, πως το λένε... Προτιμώ να λιώνω εδώ στη φρικτή ζέστη, στην αποπνικτική ανυπαρξία μου, παρά να πάω σε αυτό το ποτάμι. Εξάλλου είναι ουτοπικό ότι στο ποτάμι αυτό μπορούμε να ονειρευόμαστε, εκεί μόνο μπορούμε να φαγωθούμε.