25.11.09

Μισή Ώρα

Μήτε σε απέκτησα, μήτε θα σε αποκτήσω
ποτέ, θαρρώ. Μερικά λόγια, ένα πλησίασμα
όπως στο μπαρ προχθές, και τίποτε άλλο.
Είναι, δεν λέγω, λύπη. Aλλά εμείς της Τέχνης
κάποτε μ’ έντασι του νου, και βέβαια μόνο
για λίγην ώρα, δημιουργούμεν ηδονήν
η οποία σχεδόν σαν υλική φαντάζει.
Έτσι στο μπαρ προχθές —βοηθώντας κιόλας
πολύ ο ευσπλαχνικός αλκολισμός—
είχα μισή ώρα τέλεια ερωτική.
Και το κατάλαβες με φαίνεται,
κ’ έμεινες κάτι περισσότερον επίτηδες.
Ήταν πολλή ανάγκη αυτό. Γιατί
μ’ όλην την φαντασία, και με το μάγο οινόπνευμα,
χρειάζονταν να βλέπω και τα χείλη σου,
χρειάζονταν να ’ναι το σώμα σου κοντά.


Μισή ώρα, Κωνσταντίνος Καβάφης

22.11.09

Κυριακάτικη προσευχή

Η κάθε μέρα να αποτελείται από προσδόκιμες ευκαιρίες, από ανάσες και χαρές – λεπτές φέτες ευτυχίας. Μουσική, χορό και κίνηση. Αλκοόλ, τσιγάρα και καφέδες. Φίλους και βόλτες με αυτοκίνητα στην παραλιακή, σε κάθε παραλιακή. Ελπίδες για το αύριο να κουβαλάει την εκπλήρωση των επιθυμιών, ευχές να είναι καλά αυτοί που αγαπάμε. Μια δόση αδρεναλίνης να ταρακουνήσει το ανεπιθύμητο βάλτωμα της καθημερινότητας. Ένα χαμόγελο και μια έξυπνη ατάκα από κάποιον άγνωστο στον δρόμο. Έμπνευση να πούμε την κατάλληλη κουβέντα στην κατάλληλη στιγμή. Αυτή τη κουβέντα που θα ανακουφίσει και εμάς και αυτόν που θα την ακούσει. Μουσική και τραγούδια να λιώσει τον πόνο μας. Μουσική και ρυθμό να κατακλύζει τη ψυχή μας. Ανθρώπους να νιώθουμε δίπλα τους ότι μπορούμε να ανασάνουμε ελεύθερα – να μην αισθανόμαστε την ανάσα ως απαγορευμένη. Να πέσουν τα τείχη και τα κάστρα μας και να δούμε τον ουρανό όπως είναι πραγματικά, σκέτος γαλάζιος, γκρίζος, φωτεινός, αλλά πάντα τεράστιος όπως ο ορίζοντας. Να νιώσουμε άνθρωποι, να δώσουμε αγάπη, να κλείσουμε το μάτι στην ανυπόμονη φύση μας που πάντα τρέμει για την ώρα που περνά και δεν συμβαίνει το εξαιρετικό που αναπολούμε από πάντα. Η έκπληξη ότι αυτοί που νομίζαμε μικρούς ή μεγάλους, είναι το ίδιο άνθρωποι όπως εμείς, ότι τα ζώα ξέρουν να είναι ειλικρινά χαρούμενα όταν τα πλησιάζουμε με την χαρά μας. Να δώσουμε τα χέρια και να το εννοούμε, να δώσουμε και να πάρουμε αγκαλιές, να δώσουμε και να πάρουμε φιλιά. Και η καρδιά μας να χτυπάει, κανονικά και γρήγορα. Και να ξημερώσει άλλη μια μέρα που είμαστε χαρούμενοι που ζούμε, που βλέπουμε τον ήλιο να ξυπνάει και να φωτίζει κάθε τι εδώ κάτω, δίπλα μας. Να θυμόμαστε τους φίλους μας που έφυγαν και αυτούς που δεν έφυγαν αλλά δε τους μιλάμε πια. Να ζήσουμε.

21.11.09

Λιακάδα

Όταν ανοίγει ο καιρός και αλαφρώνει η ψυχή από της χρυσής λιακάδας τα χάδια, την άνεση των κοντομάνικων και την υπόσχεση της άνοιξης, δεν μπορώ να κλειστώ στη φυλακή μου. Παίρνω το κλειδί και ανοίγω όλες τις πόρτες και τα παράθυρα και αρχίζω πάλι να ελπίζω ότι υπάρχουν μονοπάτια που καταλήγουν εδώ και πάνω τους διαβαίνεις εσύ που στα όνειρά μου έχεις υποσχεθεί να με σώσεις από τον λήθαργο και την μη-ζωή που έχω πλεξει γύρω μου.

10.10.09

εξέλιξη του καλοκαιρινού ανέμου

Αυτό που θέλω να γραφτεί ίσως έχει γραφτεί και έτσι ψάχνω να το βρω στις δίνες των τυπωμένων γραμμάτων πάνω στις πρώην λευκές σελίδες, αυτές τις μυρωδάτες που νοστιμίζουν την νοσταλγία των παραμυθιών και των λυτρωτικών ηρώων - από μηχανής θεών - που έχουν μόνο σκοπό τη συνέχιση του happy end.

Εκατομμύρια γράμματα, χαρτιά, βιβλία, τώρα πια ηλεκτρονικά στίγματα, αποτυπώσεις φανταστικών και πραγματικών συναισθημάτων - πάντα συναισθημάτων - ακόμα και εκεί που φαίνεται ότι δεν υπάρχουν ή δε χωράνε. Δεν υπάρχει άλλωστε καμία τελική διάγνωση. Αυτό θα σήμαινε ότι τελειώνει και δε μπορεί η κατάθεση συναισθημάτων ποτέ να τελειώσει - αν έρθει αυτό το τέλος μάλλον δεν υπάρχουν πια άνθρωποι. Έτσι κι αλλιώς αυτά πάνε μαζί.

Το άγριο θηρίο που φοράει τη μάσκα του ανθρώπου δε θα πάψει να αισθάνεται, να πληγώνεται και να ελπίζει: στον καθαρό ουρανό, τη γαλάζια θάλασσα και τις ανάσες που γεμίζουν τη ψυχή καθαρό αέρα.

Αυτήν την εξέλιξη επιθυμώ. Θέλω άνεμος που θα με χαϊδεύει να είναι ζεστός, να είναι αληθινός και παρήγορος.

Όλοι νομίζω λαχταρούν μια τέτοια εξέλιξη.

11.9.09

Ευχή

Στα 9 χρόνια εργασιακής εμπειρίας που πέρασα στην προηγούμενη δουλειά μου, είχα ένα μεγάλο γραφείο (δωμάτιο) με τρία γραφεία (έπιπλα) από τα οποία το ένα ήταν το δικό μου και τα άλλα δύο ήταν κυρίως έρημα. Την περασμένη άνοιξη προχώρησα παρακάτω, βρέθηκα εδώ που είμαι σήμερα και τώρα εργάζομαι σε ένα γραφείο (δωμάτιο) όσο μεγάλο και το προηγούμενο αλλά δυστυχώς με 15 ακόμα ανθρώπους, στιβαγμένους ανά 4 σε 4 γραφεία (έπιπλα) χωρισμένα. Είμαστε κυριολεκτικά ο ένας πάνω στον άλλο.

Όπως θα φανταζόταν κανείς, οι περισσότεροι είναι ξινοί και δυσκοίλιοι, όπως άλλωστε και εγώ όταν μπαίνω το πρωί και μέχρι να φύγω το απόγευμα. Έχουν περάσει αρκετοί μήνες, μεταξύ των οποίων και οι καλοκαιρινοί όπου έλλειπαν οι περισσότεροι και ήταν καλά για την περίοδο προσαρμογής μου. Ωστόσο ακόμα η συνήθεια δεν έχει εγκατασταθεί καλά στη λογική μου. Γιατί ναι, όλα είναι θέμα συνήθειας, και ναι, όλα συνηθίζονται, και τα άσχημα και τα όμορφα.

Ο λόγος που τα γράφω όλα αυτά είναι για να κάνω την εισαγωγή σε μια ευχή που σκέφτηκα χτες, όταν ξεχαρμάνιαζα και ξενταλκάδιαζα με τσίπουρα, όμορφες πενιές, τραγούδι και όμορφους ανθρώπους: Εύχομαι όλοι να είναι εξίσου όμορφοι όταν φεύγουν από δω. Ή να ομορφαίνουν και να σκέφτονται το παράπονο όπως ακριβώς και εγώ. Θα με ανακούφιζε πολύ αν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Και ας μην φαίνεται τα δύσκολα πρωινά και τα πιεστικά μεσημέρια, αλλά να, να είναι μια πραγματικότητα πέρα από την πρώτη ματιά.

Με όλη τη καλή ενέργεια που ρούφηξα χτες, ντύνω την ευχή αυτή. Δεν θέλω να πλέω σε ένα κόσμο όπου όλοι μας αργοπεθαίνουμε μέσα στο γκρίζο. Θέλω να σκέφτομαι την φωτεινή πλευρά του σύμπαντος.

Όπως είπε χτες και ένας φίλος: Είμαστε όλοι φως. Αυτό κρατάω.

9.9.09

Θα ήθελα να το είχα γράψει εγώ...

Το έλαβα με e-mail. Δεν αναφέρει πουθενά τον/την συγγραφέα. Πάντως όποιος το έγραψε ΈΓΡΑΨΕ'!


Μια μέρα συγκεντρώθηκαν σε κάποιο μέρος της γης όλα τα συναισθήματα και όλες οι αξίες του ανθρώπου..

Η Τρέλα αφού συστήθηκε 3 φορές στην Ανία της πρότεινε να παίξουν κρυφτό.

Το Ενδιαφέρον σήκωσε το φρύδι και περίμενε να ακούσει ενώ η Περιέργεια χωρίς να μπορεί να κρατηθεί ρώτησε: 'Τι είναι το κρυφτό;'

Ο Ενθουσιασμός άρχισε να χορεύει παρέα με την Ευφορία και η Χαρά άρχισε να πηδάει πάνω κάτω για να καταφέρει να πείσει το Δίλημμα και την Απάθεια -την οποία δεν την ενδιέφερε ποτέ τίποτα- να παίξουν κι αυτοί. Αλλά υπήρχαν πολλοί που δεν ήθελαν να παίξουν:

Η Αλήθεια δεν ήθελε να παίξει γιατί ήξερε ότι ούτως ή άλλως κάποια στιγμή θα την αποκάλυπταν, η Υπεροψία έβρισκε το παιχνίδι χαζό και η Δειλία δεν ήθελε να ρισκάρει.

Ένα, δύο, τρία, άρχισε να μετράει η Τρέλα.

Η πρώτη που κρύφτηκε ήταν η Τεμπελιά.

Μιας και βαριόταν κρύφτηκε στον πρώτο βράχο που συνάντησε.

Η Πίστη πέταξε στους ουρανούς και η Ζήλια κρύφτηκε στην σκιά του Θριάμβου ο oποίος με την δύναμη του κατάφερε να σκαρφαλώσει στο πιο ψηλό δέντρο.

Η Γενναιοδωρία δεν μπορούσε να κρυφτεί γιατί κάθε μέρος που έβρισκε της φαινόταν υπέροχο μέρος για να κρυφτεί κάποιος άλλος φίλος της οπότε την άφηνε ελεύθερη.

Και έτσι η Γενναιοδωρία κρύφτηκε σε μια ηλιαχτίδα.

Ο Εγωισμός αντιθέτως βρήκε αμέσως κρυψώνα ένα καλά κρυμμένο και βολικό μέρος μόνο για αυτόν.

Το Ψέμα πήγε και κρύφτηκε στον πάτο του ωκεανού.

Το Πάθος και ο Πόθος κρύφτηκαν μέσα σε ένα ηφαίστειο.

Ο Έρωτας δεν είχε βρει ακόμη κάπου να κρυφτεί.

Έβρισκε όλες τις κρυψώνες πιασμένες, ώσπου βρήκε ένα θάμνο από τριαντάφυλλα και κρύφτηκε εκεί.

....1000, μέτρησε η Τρέλα και άρχισε να ψάχνει.

Την πρώτη που βρήκε ήταν η Τεμπελιά αφού δεν είχε κρυφτεί και πολύ μακριά.

Μετά βρήκε την Πίστη που μίλαγε στον ουρανό με τον Θεό για θεολογία.

Ένιωσε τον ρυθμό του Πόθου και του Πάθους στο βάθος του ηφαιστείου και αφού βρήκε την Ζήλια δεν ήταν καθόλου δύσκολο να βρει και τον Θρίαμβο.

Βρήκε πολύ εύκολα το Δίλημμα που δεν είχε ακόμη αποφασίσει που να κρυφτεί.

Σιγά-σιγά τους βρήκε όλους εκτός από τον Έρωτα.

Η Τρέλα έψαχνε παντού, πίσω από κάθε δένδρο, κάτω από κάθε πέτρα, σε κάθε κορφή βουνού, μα τίποτα.

Όταν ήταν σχεδόν έτοιμη να τα παρατήσει βρήκε ένα θάμνο από τριαντάφυλλα και άρχισε να τον κουνάει νευρικά ώσπου άκουσε ένα βογκητό πόνου. Ήταν ο Έρωτας που τα αγκάθια από τα τριαντάφυλλα του είχαν πληγώσει τα μάτια.

Η Τρέλα δεν ήξερε πως να επανορθώσει, έκλαιγε, ζήταγε συγνώμη και στο τέλος υποσχέθηκε να γίνει ο οδηγός του Έρωτα.

Κι έτσι από τότε ο Έρωτας είναι πάντα τυφλός και η Τρέλα πάντα τον συνοδεύει...

3.9.09

Είπε ο γιατρός...

'η μικρή μας ασθενής έχει ένα μικρό πρόβλημα ισορροπίας εκ γενετής'.

Εννοούσε 'Είναι ανισόρροπη'

Εγώ σκεφτόμουνα τα άτομα που θα γελούσαν πολύ αν εκείνη την στιγμή ήταν παρόντα σε αυτή τη δήλωση. Σχεδόν τον διέκοψα, λέγοντας, με γρήγορα αγχωμένα λόγια, ότι θα έπρεπε να είναι τώρα εδώ ο καλός μου, να επιβεβαιωθεί για τα δεινά που τραβάει όλον αυτόν το καιρό. Σίγουρα θα γελούσε. Ο καλός μου. Εγώ γέλασα. Και ο γιατρός. Με είχε βάλει με τα μάτια κλειστά και τα χέρια στην έκταση να κάνω επιτόπου σημειωτόν. Το αποτέλεσμα ήταν αρκούντως απογοητευτικό, σίγουρα μεθυσμένη θα περπατούσα καλύτερα. Και σκεφτόμουνα πότε ήταν η τελευταία φορά που μέθυσα - ήταν στην κοιλιά του δράκου, πάνω από το Καλό Αμπέλι, με εκείνο το Σεριφιώτικο κρασί που δεν καταλαβαίνεις πότε σε κουδουνιάζει. Ω, ήταν καλό μεθύσι εκείνο, θυμάμαι έλουσα έναν τύπο με ένα πιάτο σαρδέλες επειδή ήταν Ολυμπιακός και επειδή μου μιλούσε κοροιδευτικά, μάλλον γιατί είχα πιει πολύ και φαινόταν, αλλά όπως και να έχει, ηλίθια δεν είμαι ούτε μεθυσμένη, ούτε ξεμέθυστη. Τρελή είμαι πάντα. Και ανισόρροπη, όπως είπε και ο γιατρός.

Είπε ο γιατρός: 'Η μικρή μας είναι ειδική περίπτωση'

Εννοούσε 'Γιατί δε πάνε σε ψυχίατρο, και έρχονται σε ΩΡΙΛΑ?'

Εγώ σκεφτόμουνα ότι και αυτή η ατάκα θα ευχαριστούσε πολύ κόσμο, αλλά αυτή τη φορά κρατήθηκα και δεν είπα τίποτα. Κοιτάζω τον γιατρό, έχει μια θαυμάσια φάτσα, στρογγυλή, με τα γαλάζια πανέξυπνα μάτια του, την ηλικία του που του επιτρέπει να με βλέπει μικρή, τις έξυπνα τοποθετημένες του απόψεις, νιώθω μια ασφάλεια, αν και τα χάπια για τον ίλιγγο δεν ξέρω αν θα βοηθήσουν στο να ξεγίνω ειδική περίπτωση.

Είπε ο γιατρός 'Εχεις κάποιο ακουστικό τραύμα στο αριστερό αυτί. Έχεις υποβληθεί σε κάποιο πολύ μεγάλο ήχο?'

Απάντησα οτι πάω σε συναυλίες και ότι κάθομαι κοντά στα ηχεία, ειδικά να είναι Διάφανα Κρίνα. Ο καημένος ο γιατρός παρανόησε. Με ρώτησε επανειλημμένα 'τι?' και του είπα είναι ποιητές, και του είπα ότι πια δεν παίζουν και πόνεσα, αλλά ο γιατρός χαρούμενος που έμαθε κάτι νέο, το σημείωσε δίπλα στα αποτελέσματα των τεστ που μου έκανε. Μου είπε να του το θυμίζω όταν μιλάμε, ότι του είπα για τα Διάφανα Κρίνα. Σκέφτηκα κι εσύ γιατρέ μου είσαι περιπτωσάρα. Γαμώ. 'Σχετικά με το τραύμα, μήπως έχεις χτυπήσει ποτέ στο κεφάλι' Όχι από όσο θυμάμαι. Αλλά όλο και κάποια πτώση από την κούνια θα την έχω κάνει, ειδικά αν προσπαθούσα να περπατήσω σημειωτόν με τα μάτια κλειστά και τα χέρια στην έκταση. Επέμενα για τις συναυλίες και τις δυνατές μουσικές, αλλά ο γιατρός ήταν ανένδοτος. 'Μήπως πας για κυνήγι και κρατούσες το όπλο στον αριστερό σου ώμο, κλπ?' Μπουχαχα. Πολύ αστείο. 'Όχι'. Μήπως έχει σκάσει κανένας όλμος στα αριστερά σου? Το είπε πολύ σοβαρά. Δεν υπήρχε περιθώριο να γελάσω. Απάντησα απλά αρνητικά και τότε συνοφρυώθηκε προβληματισμένος. Η κουβέντα αυτή δεν οδηγούσε πουθενά. Το γυρίσαμε στον ίλιγγο. Χαπάκια. Για το αεροπλάνο. Για να μην παθαίνω τα φριχτά που παθαίνω, να μην περνάω αυτό το βασανιστήριο κάθε φορά.

Και για τέλος, ένα κερασάκι σε μια τούρτα.

Είπε ο γιατρός 'Έχεις πλούσιο εσωτερικό κόσμο'

Σκέφτηκα 'σε σκατά? ουου, γεμάτη'. Και μετά ρώτησε αν γράφω. Και θυμήθηκα ότι είχα καιρό.